Η κόλαση είναι οι άλλοι

       Η μάχη του Μαντζικέρτ έγινε το 1071 μ.Χ. και σηματοδότησε την εμφάνιση των Τούρκων στη ζωή μας. Το κείμενο, όμως δεν είναι γι' αυτούς. Το ερώτημα που τίθεται είναι άλλο. Για ποιό λόγο ο William και αρκετοί από τους λιγοστούς αναγνώστες έχουν συγκρατήσει την ημερομηνία και το μέρος; Τι είναι αυτό που κάνει έναν εγκέφαλο να αποθηκεύει τέτοιου είδους πληροφορίες; Πότε μπορεί να χρειαστούν; 
      Ξεκινώ από την τελευταία. Σχεδόν ποτέ. Ίσως κατά τη διάρκεια της τρίτης δεκαετίας της ζωής μας να βρεθούμε γύρω από ένα τραπέζι με ένα μπουκάλι κρασί κι ένα επιτραπέζιο παιγνίδι γνώσεων. Εκεί, ο εξευτελισμός του Ρωμανού Δ' του Διογένη από τους Σελτζούκους μπορεί να δώσει γκόμενα, εντυπωσιασμένη από τις γνώσεις και το πνεύμα του φιλομαθούς νέου. Πολλά χρόνια αργότερα ίσως ο θαυμασμός να προέρχεται από παιδιά ή εγγόνια. Στο μεταξύ όμως τίποτα.
Ο κόσμος, οι άνθρωποι, οι γνωστοί και οι φίλοι εκτιμούν άλλα πράγματα πιο πεζά. Ίσως και πιο χυδαία, αν σκεφθεί κανείς ότι τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν τη μετατόπιση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης προς μια κατεύθυνση προσανατολισμένη στην αγορά εργασίας και τις ανάγκες της.
      Αυτό που οδηγεί κάποιον στη συλλογή και απομνημόνευση τέτοιου είδους πληροφοριών είναι μια μορφή ψυχαναγκασμού. Είναι η ανάγκη να το ξέρεις-η ανάγκη να λύσεις αυτό που αισθάνεσαι ως θεμελιώδες πρόβλημα (η ανάγκη να μάθεις πώς μπαίνει η άνω τελεία στον υπολογιστή, θα μπορούσε να σταματήσει το κείμενο σε αυτό το σημείο). Ο William, λοιπόν, δηλώνει ευθαρσώς ότι ανήκει σε αυτήν την κοινότητα ανθρώπων. Θα μπορούσε να είναι μέλος της αυλής σε βασίλεια της μεσαιωνικής Ευρώπης, μάγος της φυλής σε πρωτόγονους πολιτισμούς ή ευγενής υπουργός του 19ου αιώνα. Αντ' αυτού  είναι παντελώς ανεπαρκής για τα δεδομένα της τρίτης μετά Χριστόν χιλιετίας. Η μόνη εξέλιξη που έχει επιφέρει η τεχνολογική πρόοδος είναι στον τομέα της αναζήτησης. Αντί της παραδοσιακής εγκυκλοπαίδειας στην οποία θα προσέφευγε κάποιος αν ήθελε να μάθει το όνομα του Σελτζούκου που ταπείνωσε τον Ρωμανό Δ' χαρίζοντάς του τη ζωή, τώρα αρκεί μια καταχώρηση σε μια μηχανή και η απάντηση έρχεται στο δευτερόλεπτο.
        Όταν ήρθε η ώρα να βιοπορισθεί, ο William, συνειδητοποίησε ότι οι γνώσεις και η παρατηρητικότητά του δεν είχαν άμεση εφαρμογή. Μπορούσε να γίνει δημοσιογράφος, αλλά έπρεπε να πείσει τους άλλους ότι η θέση του ήταν μαζί με τους ασπρομάλληδες της αρχισυνταξίας ή του σχολιασμού κι όχι στο ρεπορτάζ για τα εφημερεύοντα φαρμακεία. Έτσι, βρήκε δουλειά σε ένα εργοστάσιο μαρμελάδας. Βιδωτής καπακιών (ή screwer όπως του άρεσε να το λέει). Εύκολη δουλειά που απαιτούσε ταχύτητα, ακρίβεια και συγχρονισμό κινήσεων. Χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας πιλότος ή ένας καρδιοχειρουργός. Η μόνη διαφορά είναι οι συνέπειες ενός λάθος χειρισμού.
      Χρειάστηκαν μόνο λίγα σπασμένα βαζάκια για να προσεγγίσει σε επιδόσεις τους καλύτερους screwers. Παρατήρησε, σκέφθηκε κι αποφάσισε να βάλει τη δουλειά σε καλούπια. Όταν ο υποτυπώδης ιμάντας του μικρού εργοστασίου έφερνε το βαζάκι από αριστερά, εκείνος με το αριστερό χέρι το έπιανε, με το δεξί βίδωνε και κρατώντας από το καπάκι επέστρεφε το προϊόν στη θέση του. Μολονότι όλοι του είχαν πει ότι το σωστό είναι να το κρατάς από πιο χαμηλά, εκείνος είχε βάλει τα δικά του standards. Ό, τι είχε περάσει από τα χέρια του έπρεπε να είναι τέλεια βιδωμένο ή σπασμένο. Αν και με τα χρόνια οι τένοντες και η μέση έιχαν αρχίσει να διαμαρτύρονται, ο William δεν πτοούνταν. Οι συνάδελφοί του στη γραμμή παραγωγής τον εκτιμούσαν, η αμοιβή ήταν αξιοπρεπής κι όταν ερχόταν η αλλαγή βάρδιας το μυαλό του ήταν ελεύθερο να αναζητήσει ιστορίες βυζαντινών αυτοκρατόρων, νορμανδών εισβολέων στην Αγγλία, την ιστορία της Καρχηδόνας κι ό, τι άλλο μπορούσε να περάσει από το μυαλό του την ώρα που βίδωνε.
        Οι περισσότεροι φίλοι και γνωστοί απορούσαν. Γιατί ο κυρίαρχος του trivial pursuit επί σειρά ετών βιδώνει καπάκια; Δεν είναι κρίμα τόσες γνώσεις να πηγαίνουν χαμένες; Μήπως τελικά το Principia Mathematica είναι άχρηστο μπροστά στο να ξέρεις κινέζικα; Το ίδιο έμοιαζαν να απορούν και τα τέσσερα γραφεία του πάνω ορόφου. Οι περιστασιακές συναντήσεις με τον William στα διαλείμματα για τσιγάρο, τους είχαν πείσει ότι ο τύπος που απαξίωνε τη δουλειά τους, τουλάχιστον την καταλάβαινε και ίσως να μπορούσε να τη διεδικήσει. Ποιός άλλωστε δε θα προτιμούσε από το να στέκεται όρθιος-χειρωνάκτης όλη μέρα να κάθεται σε ένα γραφείο με οθόνες φαξ και τηλέφωνα, να περιμένει πότε μια ήπια χαλαζόπτωση στην κεντρική Μακεδονία θα δώσει την ευκαιρία για μια καλή συμφωνία-αρπαγή με κατεστραμμένους παραγωγούς;
       Κάποια στιγμή το σύμπαν συνωμότησε. Μια μεγάλη πολυεθνική αγόρασε το μικρό εργοστάσιο. Τα τέσσερα γραφεία έγιναν ένα, αφού τα στελέχη μετατέθηκαν στο τμήμα μετεωρολογίας των κεντρικών γραφείων. Εκεί, στον πάνω όροφο, έπρεπε να τοποθετηθεί κάποιος από τους εναπομείναντες. O Παύλος και η Φρειδερίκη βυθισμένοι στις σκέψεις τους, κοίταξαν προς τον κήπο. Τί πιο φυσικό από το να δουν τον κηπουρό; Ο William πλέον καθεται σε ένα γραφείο με οθόνες και φαξ. Οι δύο γραμματείς που έχουν απομείνει, του χαμογελούν αλλιώς. Από τα κεντρικά του μιλούν με σεβασμό. Μόνο την πόρτα από την οποία μπαίνει το πρωί δεν έχει αλλάξει, γιατί το ξεχνά διαρκώς. Περνάει από τον ιμάντα, λέει καλημέρα και μετά ανεβαίνει τη στενή μεταλλική σκάλα που οδηγεί στο γραφείο. Φεύγοντας ακολουθεί την αντίστροφη διαδρομή. Όμως, όταν γυρνά στο σπίτι, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η μάχη του Κουρσκ, η επανάσταση των γαρυφάλλων, τα μαθηματικά των Βαβυλωνίων είναι απορίες που συσσωρεύονται και πλέον δεν απαντώνται. Οι τένοντες και η μέση  είναι σαφώς ανακουφισμένοι, όμως το μυαλό ασφυκτιά. Η δουλειά δεν τελειώνει το μεσημέρι. Δεν τελειώνει ποτέ. Ο λιγοστός χρόνος του απογεύματος ξοδεύεται για να αποκτηθεί η πολύτιμη γνώση της παραγγελίας αυτοκόλλητης ετικέτας από την Κίνα.
       Στο μυαλό του William, έκτοτε, στριφογυρίζει η αμφιβολία για την ορθότητα της απόφασης. Για να ικανοποιήσει όλα αυτά που πρέπει να περιμένει κανείς από κάποιον που γνωρίζει τη μάχη του Μαντζικέρτ, δέχθηκε μια πρόταση που αναμφίβολα ήταν τιμητική και τόσο αναπάντεχη που έκανε πολλούς από τους γνωστούς του να αναρωτηθούν για τη σχέση του με τη νέα ιδιοκτήτρια εταιρεία. Αν όλα του πάνε καλά και δεν παραγγείλει κατά λάθος αυτοκόλλητα με κινέζικους χαρακτήρες και φωτογραφίες από δαμάσκηνα για τα βαζάκια με τη μαρμελάδα ροδάκινο, θα έχει γίνει μέλος της αριστοκρατίας αυτού του τόπου. Θα παρουσιάζεται ως στέλεχος, θα συζητά με ύφος για τις επιπτώσεις των συζητήσεων της Λαγκάρντ με τους ευρωπαίους ηγέτες και θα χαίρει της εκτίμησης όλων. Θα καλείται σε επαγγελματικά δείπνα και ποτά κατά τη διάρκεια των οποίων θα εξηγεί με εμβρίθεια τη διακύμανση των παγκοσμίων τιμών του κυδωνιού.
      Είναι αυτά ικανοποιητικά; Προφανώς και είναι. Είναι η αποδοχή των πολλών πρώτιστο μέλημα; Σίγουρα ναι. Με αυτούς ζούμε. Μόνο που ανησυχεί. Τί θα γίνει αν η επόμενη απαίτηση των πολλών είναι κάτι άλλο; Και η μάχη του Κουρσκ; Γιατί επιμένει να τσιμπάει το μυαλό του; Μήπως η λοβοτομή δεν πέτυχε 100%; Είναι τυχαίο που αγόρασε 3 βαζάκια και τα έχει στο σπίτι για να παίζει που και που;
       Εκ των υστέρων έμαθε ότι εκείνο το βράδυ του θριάμβου στο trivial pursuit, οι φίλες της ήταν αυτές που εντυπωσιάστηκαν. Εκείνες την παρότρυναν να μη χάσει το κελεπούρι. Ακόμη τις βρίζει...


* Τον τίτλο τον αφήνω προς αναζήτηση από τους φιλομαθείς αναγνώστες

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τα μηνύματα μίας ενδεχόμενης αποχής

Αχελώος, ΦΠΑ, πιγκουίνοι και μπιφτέκια